12 Σεπτεμβρίου 1829: Η Μάχη της Πέτρας, το πολεμικό επιμύθιο της Ελληνικής Επανάστασης

12 Σεπτεμβρίου 1829: Η Μάχη της Πέτρας, το πολεμικό επιμύθιο της Ελληνικής Επανάστασης

Άρθρο της Δρος Σωτηρούλας Βασιλείου.

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 διαδραματίστηκε η Μάχη της Πέτρας, με επικεφαλής τον Δημήτριο Υψηλάντη, τον αδελφό του Αλέξανδρου Υψηλάντη, που τον Φεβρουάριο του 1821 είχε διαβεί τον ποταμό Προύθο, καλώντας τους Έλληνες σε Αγώνα «Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
Η μάχη στην Πέτρα της Βοιωτίας ήταν η τελευταία μάχη της Ελληνικής Επανάστασης, του Αγώνα, ο οποίος ξεκίνησε χωρίς σαφή στόχο, ως προς τα όρια των εδαφών που θα συνιστούσαν το νέο ελληνικό κράτος. Όπως ορίστηκε κατά την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας (1827), η ελληνική επικράτεια περιελάμβανε τις περιοχές, οι οποίες είχαν λάβει ή επρόκειτο να λάβουν τα όπλα κατά της οθωμανικής εξουσίας. Η μάχη διεξήχθη, όταν, πια, τα όρια του ελληνικού κράτους είχαν περίπου προσδιοριστεί, αφήνοντας πέραν αυτών περιοχές με σημαντική συμβολή στον Αγώνα. Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Λονδίνου, της 10ης/22ας Μαρτίου 1829, το ελληνικό κράτος θα έφτανε ως τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού και –το δυσμενέστερο– θα βρισκόταν υπό την επικυριαρχία της Υψηλής Πύλης, καταβάλλοντας ετήσιο φόρο 1.500.000 γρόσια.
Η νίκη στην Πέτρα, αποτέλεσμα εν πολλοίς της αναδιοργάνωσης των ελληνικών στρατευμάτων από τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ήταν η πρώτη ελληνική νίκη, η οποία επισφραγίστηκε με τη συνθηκολόγηση του ηττημένου. Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, της 22ας/3ης Φεβρουαρίου 1830, η Ελλάδα έμελλε να αναγνωριστεί, πια, από τις Μεγάλες Δυνάμεις ως Ανεξάρτητο Κράτος και τον Απρίλιο ο Σουλτάνος αποδέχθηκε τα τετελεσμένα.
Παρά τη σημασία του, το αποτέλεσμα της Μάχης της Πέτρας δεν πανηγυρίστηκε δεόντως από τους Έλληνες. Η εκταμίευση του ζωτικής σημασίας δανείου των 60.000.000 φράγκων καθυστερούσε ενώ οι αγωνιστές, αυτόχθονες και ετερόχθονες (δηλ. πρόσφυγες και μετανάστες από Κρήτη, Κύπρο, άλλα νησιά, Μικρά Ασία, Θεσσαλία, Μακεδονία), έβλεπαν τις προοπτικές αποκατάστασης και αποζημίωσης αναλόγως της προσφοράς τους να φυλλορροούν. Η αντιπολίτευση, της οποίας η όξυνση θα κατέληγε στη δολοφονία του Καποδίστρια, ήδη ενισχυόταν.
Όταν, στις 25 Ιανουαρίου 1833, ο Όθων και το ρηθέν δάνειο (έντοκος βασιλική προίκα τρόπον τινα) έφτασαν στην Ελλάδα, ούτε οι Αλέξανδρος Υψηλάντης και Δημήτριος Υψηλάντης ούτε ο Ιωάννης Καποδίστριας βρίσκονταν εν ζωή. Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, από τους Κωνσταντίνο και ο Γεώργιο Μαυρομιχάλη. Ο Αλ. Υψηλάντης, ο οποίος έως τον Νοέμβριο του 1827 βρισκόταν φυλακισμένος στην Αυστρία, πέθανε στη Βιέννη, στις 19 Ιανουαρίου 1828. Εκ φύσεως φιλάσθενος, ο Δημ. Υψηλάντης απεβίωσε στο Ναύπλιο, στις 5 Αυγούστου 1832. Μέσα από την προσφορά και τη δράση του, καθιερώθηκε στην ιστορική μνήμη ως πρότυπο ανιδιοτέλειας, πατριωτισμού, γενναιότητας και τιμιότητας.
Στις εικόνες, ο Δημ. Υψηλάντης, όπως τον απέδωσαν εικαστικά οι Adam Friedel (1824, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο – Εικόνα 1 ) και Σπυρίδων Προσαλέντης (1887, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο – Εικόνα 2) και, στον κινηματογράφο, ο Πέτρος Φυσούν, στη –γνωστότερη από τη Μάχη της Πέτρας– ταινία «Μαντώ Μαυρογένους» (1971) – (Εικόνα 3).
Εικόνα 1  – Αναπαράσταση του Δημητρίου Υψηλάντη από τον  Adam Friedel (1824, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).

Εικόνα 2 – Αναπαράσταση του Δημητρίου Υψηλάντη από τον Σπυρίδωνα Πορσαλέντη (1887, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).
Εικόνα 3 – Διαφημιστική Φωτογραφική Μακέτα της ταινίας με τίτλο “Μαντώ Μαυρογέννους” (1971) του Κινηματογραφικού Οργανισμού Καραγιάννης – Καρατζόπουλος Α.Ε.