Τελικά αποσύρει η Ελλάδα το  αίτημα της  στην Κομισιόν για την διατήρηση λιγνητικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και των σχετικών ορυχείων τους ως Στρατηγική Ενεργειακή Εφεδρεία  σύμφωνα με δημοσίευμα της ιστοσελίδας energypress
Επί των λιγνητικών μονάδων παραμένει το αναθεωρημένο πλάνο για διακοπή της λειτουργίας τους (απολιγνητοποίηση) το 2028 έναντι του αρχικού σχεδιασμού που ήθελε την απολιγνητοποίηση να πραγματοποιηθεί το αργότερο το 2025. Η παράταση αυτή έγινε λόγω τις ενεργειακής κρίσης που επέφερε ρωσοουκρανικός πόλεμος.
Γεννάται το ερώτημα υπάρχει σχεδιασμός για την επόμενη ημέρα;
Η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όφειλε εναρμονιστεί στην συνθήκη για την κλιματική αλλαγή που προβλέπει την σχεδόν μηδέν εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050 και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τον τομέα της κίνησης (κατάργηση κινητήρων εσωτερικής καύσεως, προώθηση ηλεκτροκίνησης, και κίνησης με καύσιμο το υδρογόνο κ.λπ.) καθώς και του τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με την υιοθέτηση μη ρυπογόνων μεθόδων (π.χ. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) , παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω πράσινου ή μπλε υδρογόνου κ.λπ.). Βέβαια στην Ευρωπαϊκή Ένωση την ίδια περίοδο, άνοιξε ένας διάλογος σχετικός, με το να μην θεωρηθούν ως ρυπογόνες, οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέσω θερμοπυρηνικών μονάδων.
Ως προς τον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, ένα σημαντικό μέρος παραγόμενης ενέργειας προέρχονταν και προέρχεται από λιγνητικές μονάδες. Οι μονάδες αυτές πολλές χρονολογούνται από τις δεκαετίες του 1970 και 1980 άλλες από τις δεκαετίες του 1990 και 2000 με την πιο πρόσφατη στην Πτολεμαΐδα που θα ξεκινήσει την λειτουργία της το 2023. Εκείνο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει της προσοχής είναι ότι, ο λιγνήτης είναι μεν ρυπογόνος, αλλά βρίσκεται σε σημαντικές ποσότητες στην Ελλάδα και η αξιοποίησή του στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας συμβάλει στην αύξηση του ποσοστού της ενεργειακής αυτάρκειας.
Μέρος επίσης της παραγόμενης  ηλεκτρικής ενέργειας προέρχονταν και προέρχεται από τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια αλλά, η έλλειψη ουσιαστικής εθνικής πολιτικής πάνω σε αυτόν τον τομέα  οδήγησε στην απομείωση ανά δεκαετία εως το 2020 της εγκατεστημένης ισχύος ηλεκτρικής ενέργειας σε MW στα υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Για την ιστορία, η Ελλάδα ως χώρα δεν θεωρεί ως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις μεγάλες υδροηλεκτρικές μονάδες ενώ το αντίθετο συμβαίνει για της μικρές αντίστοιχες μονάδες. Η ανά δεκαετία εξέλιξη της εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος (MW) από τις υδροηλεκτρικές μονάδες φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα :

Ως προς την ενεργειακή μετάβαση εκείνο που διαπιστώνει κάποιος είναι ότι αφενός μεν, τα δεδομένα ανατράπηκαν με το ξέσπασμα του Πολέμου στην Ουκρανία και αφετέρου δε, δεν υπήρξε ένας σχεδιασμός που να είναι εναρμονισμένος με τις πραγματικές δυνατότητες και τα πραγματικά δεδομένα της χώρας.
Ως προς τον σχεδιασμό, μέχρι τον Ιούλιο του 2019, η χώρα όντας απροετοίμαστη, ετοιμαζόταν να ζητήσει παράταση της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων ως και πέραν του 2030. Από τον Ιούλιο του 2019 περάσαμε στο άλλο άκρο με την τότε και νυν κυβέρνηση να θέλει υλοποιήσει μια ταχεία εναρμόνιση στις συνθήκες για την κλιματική αλλαγή. Το προς υλοποίηση σχέδιο συνίσταται μεταξύ άλλων στην απολιγνιτοποίηση με το κλείσιμο έως το 2023 των λιγνιτικών μονάδων, τις επενδύσεις στις Α.Π.Ε. , την χρήση του φυσικού αερίου ως καύσιμου μετάβασης στον υδρογόνο. 
Ασφαλώς το να θέλεις να ακολουθήσεις τις διεθνείς εξελίξεις δεν είναι αρνητικό, αλλά στο συνταχθέντα σχέδιο δεν αξιολογήθηκε και δεν λήφθηκε επαρκώς υπόψη ο συντελεστής ενεργειακής ασφάλειας και επάρκειας. Συνέπεια των προαναφερόμενων ήταν, το καλοκαίρι του 2021 το ενεργειακό σύστημα τις χώρας δοκιμάστηκε από την αυξημένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών (καύσωνας) . Η τότε ζήτηση καλύφθηκε με την ενεργοποίηση λιγνιτικών μονάδων και την εισαγωγή  ηλεκτρικής ενέργειας.
Η χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορούν να αποτελέσουν και αποτελούν μια επιλογή για την κάλυψη μέρους των ενεργειακών απαιτήσεων της χώρας υπό την προϋπόθεση ότι, θα υπάρξει συνολική στρατηγική χρήσης τους. Οι Α.Π.Ε. δεν είναι μονάδες που χαρακτηρίζονται από σταθερή απόδοση στην  παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, συνίστανται κατά κύριο λόγο στην απόδοση αιχμής ανάλογα με τις συνθήκες λειτουργίας. Η απόδοσή αυτή, άλλοτε αποροφάται από την ζήτηση άλλοτε όχι. Το παραπάνω γεγονός καθιστά αναγκαία την ύπαρξη εγκαταστάσεων αποθήκευσης της ενέργειας που παράγεται, ώστε να μπορεί χρησιμοποιηθεί από σύστημα ηλεκτροδότησης όταν υπάρχει ανάγκη.  Συνεπώς, η σύνταξη και υλοποίηση ενός σχεδίου εθνικού επιπέδου για την αξιοποίηση των Α.Π.Ε. και την ένταξή τους στο ενεργειακό σύστημα της χώρας. θα πρέπει να περιλαμβάνει και τη υλοποίηση  ενός επιμέρους σχεδίου για την εγκατάσταση δικτύου συστημάτων αποθήκευσης της ενέργειας ώστε, να γίνεται καλύτερη αξιοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται. Βέβαια, σημαντικό ρόλο  παίζει και η ανάπτυξη της τεχνολογίας των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας.
Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, ο Πόλεμος στην Ουκρανία ανέτρεψε τα δεδομένα που ίσχυαν για την προώθηση της αποκαλούμενης πράσινης μετάβασης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε εγχώριο επίπεδο. Οι τιμές των υδρογονανθράκων και του φυσικού αερίου αυξήθηκαν εκτοξεύοντας και το κόστος παραγωγής ενέργειας από τις πηγές αυτές. Στην Ελλάδα, είχαμε σημαντικές αυξήσεις τόσο στην ηλεκτρική ενέργεια όσο και τιμή διάθεσης του φυσικού αερίου επιβαρύνοντας σημαντικά τα ελληνικά νοικοκυριά. Ασφαλώς δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η εκάστοτε κυβερνητική πολιτική στον κλάδο της ενέργειας.
Οι παραπάνω δυσμενείς εξελίξεις είχαν ως συνέπεια, την επιστροφή σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο, σε πιο παραδοσιακές μορφές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ιδιαίτερα αυτές των ορυκτών καυσίμων) επιβραδύνοντας την ταχύτητα τις αποκαλούμενης πράσινης  μετάβασης. Η Γερμανία επανάφερε  τον άνθρακα και τον λιγνίτη στο ενεργειακό της μίγμα , ανέστειλε προς ώρας το κλείσιμο των θερμοπυρηνικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η Γαλλία έφερε τον σχεδιασμό και κατασκευή πρόσθετων θερμοπυρηνικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για την κάλυψη της ζήτησης. 
Στην Ελλάδα, με ανακοίνωση του πρωθυπουργού, τον Απρίλιο του 2022, η χρήση των λιγνιτικών μονάδων παρατάθηκε έως το 2028 ενώ, στις ανακοινώσεις των εμπλεκομένων με την ενέργεια κυβερνητικών στελεχών δείχνει ότι αρχίζει να λαμβάνεται υπόψη στον ενεργειακό σχεδιασμό ό όρος ενεργειακή ασφάλεια και επάρκεια. 
Οι τελευταίες εξελίξεις καταδεικνύουν την αναγκαιότητα ύπαρξης στην Ελλάδα, ενός νέου ενεργειακού πλάνου και ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού που θα επιτρέπει την ασφαλή μετάβαση στην νέα ενεργειακή κατάσταση με σημαντικούς βαθμούς αυτάρκειας. Μια χώρα έχει αξιόπιστο ενεργειακό σύστημα όταν αυτό έχει σημαντικό βαθμό αυτάρκειας.
Με την χρήση του φυσικού αερίου, ως καύσιμου μετάβασης στην θέση των λιγνιτικών μονάδων περάσαμε από μια κατάσταση εν μέρη ενεργειακής αυτάρκειας, σε μια κατάσταση εξάρτησης από εξωτερικές επιδράσεις. Το γεγονός αυτό το βρήκαμε μπροστά μας με την ενεργειακή κρίση που μας προέκυψε λόγω του Πολέμου της Ουκρανίας.
Άσχετα με το γεγονός της απόσυρσης του αιτήματος της Στρατηγικής Ενεργειακής Εφεδρείας, η Ελλάδα δεν θα πρέπει να εγκαταλείψει τον λιγνίτη από το ενεργειακό της μίγμα το 2028. Θα μπορούσε με την σύμπραξη του ιδιωτικού τομέα, οι πιο νέες λιγντικές μονάδες (αυτές που κατασκευάστηκαν το 1995, 1997 και 2003) να εκσυγχρονιστούν ώστε να μην είναι ρυπογόνες και να παραμείνουν στο ενεργειακό σύστημα ως αξιόπιστη στρατηγική εφεδρεία μέχρι το 2040.
Η χώρα θα πρέπει να επενδύσει αφενός μεν, στην νέα γενιά τεχνολογικά συστημάτων Α.Π.Ε. που είναι υψηλότερης απόδοσης και αφετέρου δε, στον τομέα της αποθήκευσης της ενέργειας εφόσον θέλουμε να αξιοποιήσουμε αποδοτικά τις Α.Π.Ε. στο ενεργειακό σύστημα τις χώρας.
Η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει στον εκσυγχρονισμό και την υλοποίηση πρόσθετων επενδύσεων στον τομέα των υδροηλεκτρικών εργοστασίων και να επιδιωχθεί η διασύνδεσή τους με συστήματα αποθήκευσης ενέργειας. Είτε πρόκειται για μεγάλες εγκαταστάσεις είτε πρόκειται για μικρές εγκαταστάσεις οι μονάδες υδροηλεκτρικών εργοστασίων αποτελούν κατ' ελάχιστον μη ρυπογόνος τρόπος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. 
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι, τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια το φυσικό αέριο συμμετέχει στο ενεργειακό μίγμα της χώρας. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον φυσικό αέριο αποτελεί μια επένδυση που έχει σημαντική εξάρτηση από εξωτερικές επιδράσεις και ως εκ του του δεν μπορείς να επενδύσεις εκ του ασφαλούς.  Το αρνητικό στην περίπτωση του φυσικού αερίου ήταν, η σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο εξάρτηση από την Ρωσία. Η κρίση στην Ουκρανία κατέδειξε την αναγκαιότητα διαφοροποίησης των πηγών  προμήθειας φυσικού αερίου καθώς και την αναγκαιότητα, η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί επιτέλους το εγχώρια κοιτάσματα φυσικού αερίου, προς την κατεύθυνση επίτευξης ενός σημαντικού βαθμού αυτάρκειας στον τομέα αυτό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, για το μέλλον το φυσικό αέριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρώτη ύλη για την παραγωγή υδρογόνου (πράσινο υδρογόνο).
Επίσης στο μέλλον, σημαντικός ίσως παράγοντας στο ενεργειακό μίγμα της εκάστοτε χώρας μπορεί να αποτελέσει το υδρογόνο. Το υδρογόνο ως τεχνολογία δεν έχει μπει ακόμη  σε διαδικασία πλήρους ωρίμανσης ώστε να μιλάμε για αποδοτική χρήση αλλά, δεν θα αργήσει να επιτευχθεί καθώς διεθνώς οι επενδύσεις πάνω στην ανάπτυξη της όλης τεχνολογίας είναι σημαντικές. Εάν, η Ελλάδα θέλει να υιοθετήσει την υπόψη τεχνολογία θα πρέπει έγκαιρα, να αποκτήσει ένα συνολικό σχέδιο παραγωγής και αποθήκευσης υδρογόνου. Είναι σημαντικό για την οικονομία μας αν στο μέλλον η υιοθέτηση του υδρογόνου συνοδευτεί με έναν υψηλό βαθμό αυτάρκειας.
Ολοκληρώνοντας την παρούσα δημοσίευση θα αναφέρουμε ότι, η δυνατότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από θερμοπυρηνικά εργοστάσια,  δεν εξετάστηκε ποτέ από το 1974 μέχρι σήμερα. Υπάρχει πρόθεση να μετάσχει η χώρα στην κατασκευή του νέου πυρηνικού σταθμού στο Κοζλοντούι Βουλγαρίας και να υπάρξει διασύνδεση με το ενεργειακό σύστημα της χώρας. Επί της χρήσης των πυρηνικών εργοστασίων , η Επιτροπή Ενέργειας της Ακαδημίας Αθηνών σε πρόσφατη εισήγησή της, εξέφρασε θετική άποψη κρίνοντας ότ,ι η χρήση της πυρηνικής ενέργειας είναι ασφαλής και πράσινη περιβαντολλογικά. Για την χρήση των πυρηνικών εργοστασίων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας τόσο οι πολίτες όσο και οι πολιτικοί της χώρας μας δεν έχουν εκφράσει θετική άποψη. Ωστόσο, στην περίπτωση που η παρούσα ενεργειακή κρίση συνεχιστεί και στα πλαίσια υλοποίησης ενός ρεαλιστικού σχεδίου απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο κατασκευής πυρηνικού εργοστασίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας καθώς, η ισχύς των μονάδων είναι μεγάλη και διασφαλίζεται σημαντικός βαθμός ενεργειακής αυτάρκειας. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι περιβαλλοντικές και γεωλογικές συνθήκες της χώρας.